Πρόσκληση στους αμπελουργούς της χώρας μας να καλλιεργήσουν ελληνικές ποικιλίες σε εδάφη στον Καύκασο και στην Κριμαία, μέσω και δικών τους επιχειρήσεων που θα έχουν έδρα την Ρωσική Ομοσπονδία, απηύθυνε ο Ρώσος αναπληρωτής υπουργός Γεωργίας, Σεργκέι Λβόβιτς Λέβιν, επισημαίνοντας ότι η ρωσική πλευρά θα επιδοτήσει έως και το 80% της αρχικής επένδυσης που θα απαιτηθεί για την υλοποίηση του συγκεκριμένου εγχειρήματος.
Όπως διευκρίνισε, το μετοχικό κεφάλαιο των επιχειρήσεων μπορεί να είναι 100% ελληνικό, αρκεί η εταιρεία να είναι εγγεγραμμένη στη Ρωσική Ομοσπονδία και να πληρώνει τους φόρους που προβλέπονται για όλους τους επιχειρηματίες που δρουν στη χώρα.
Αναγνωρίζοντας ότι “δυστυχώς το ελληνικό κρασί χάνει στη ρωσική αγορά έναντι των γαλλικών και ιταλικών” επισήμανε ότι “εάν αυτό παραχθεί επί ρωσικού εδάφους, τότε θα αυξηθεί σημαντικά η διείσδυσή του στη ρωσική αγορά, ενώ ταυτόχρονα θα λυθούν και προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες οινοποιοί στην εξαγωγική τους προσπάθεια, όπως αυτό των υψηλών δασμών”.
Στο πλαίσιο αυτό, ο αναπληρωτής υπουργός Γεωργίας της Ρωσικής Ομοσπονδίας επισήμανε ότι “η είσοδος των ελληνικών κρασιών δεν θα ενοχλήσει τους Γάλλους, οι οποίοι ήδη επισκέπτονται συχνά την Κριμαία”.
Για τον αμπελοοινικό τομέα ο κ. Λέβιν τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι η ανάπτυξή του αποτελεί έναν από τους πέντε βασικούς πυλώνες του στρατηγικού σχεδιασμού που έχει αναπτυχθεί για τον πρωτογενή τομέα στη Ρωσική Ομοσπονδία. Όπως διευκρίνισε, ο στόχος που έχει τεθεί είναι ο διπλασιασμός των καλλιεργούμενων εκτάσεων με αμπελώνες στη χώρα.
Ως μια πραγματική ευκαιρία για το ελληνικό κρασί, χαρακτήρισε, την πρόσκληση της ρωσικής πλευράς, ο πρόεδρος της Εθνικής Διαπαγγελματικής Οργάνωσης Αμπέλου και Οίνου (ΕΔΟΑΟ), Γιάννης Βογιατζής.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση είπε χαρακτηριστικά: “Ανοίγεται μια προοπτική για το ελληνικό κρασί. Όσο θα ανοίξουν σε άλλες χώρες οι ελληνικές ποικιλίες, τόσο θα γίνει πιο μεγάλη η κατηγορία που θέλουμε εμείς οι Έλληνες οινοποιοί να αναπτύξουμε” και πρόσθεσε κατηγορηματικά: “Δεν είμαστε υπέρ να μας πάρουνε τις ελληνικές ποικιλίες και να φύγουν από την Ελλάδα, αλλά είμαστε υπέρ της ανάπτυξης”.
Στο πλαίσιο αυτό, επέστησε την προσοχή, υπογραμμίζοντας χαρακτηριστικά: “Ναι στην ανάπτυξη των ελληνικών ποικιλιών στο εξωτερικό, αλλά όχι στα τυφλά, γιατί έχουμε χτίσει με κόπο ένα όνομα που δεν θέλουμε να μαυρίσουμε. Το στήσιμο και ο σχεδιασμός του αμπελώνα αποτελεί το θεμέλιο λίθο. Στη συνέχεια, για να τυγχάνει επιτυχίας το εγχείρημα, πρέπει να ακολουθηθεί ο σωστός τρόπος, υπό την καθοδήγηση των Ελλήνων επιστημόνων και αμπελουργών που ξέρουν και θα δουν καλύτερα από τον οποιοδήποτε άλλο την προσαρμογή των ελληνικών ποικιλιών σε ξένο έδαφος”.
Μεταξύ άλλων μας εξήγησε, ότι “το να πάμε να φτιάξουμε κρασιά από ελληνικές ποικιλίες στο ρωσικό έδαφος, που θα είναι ρώσικα, αυτό θα σημάνει τη μεγέθυνση της έκθεσης και της δυνατότητας για τα υπόλοιπα κρασιά που παράγονται στην Ελλάδα”.
Στη διάρκεια της ομιλίας του σε εκδήλωση που διοργανώθηκε από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, στο πλαίσιο της 81ης ΔΕΘ με θέμα “Οδικός χάρτης για τη συνεργασία Ελλάδας – Ρωσίας στον αγροτικό τομέα”, ο κ. Βογιατζής αναφέρθηκε στη δυναμική που εμφανίζει ο αμπελοοινικός κλάδος (900 οινοποιεία) στη χώρα μας, παρά και την οικονομική κρίση, που αναγνώρισε ωστόσο ότι δημιουργεί προβλήματα, αλλά και στο υψηλό επιστημονικό προσωπικό, τις επενδύσεις που έχουν γίνει και τον στρατηγικό σχεδιασμό που ακολουθείται πιστά.
Αναφέρθηκε επίσης, στη μείωση των εξαγωγών του κλάδου στη ρώσικη αγορά την τελευταία τριετία και στο πλαίσιο αυτό υπογράμμισε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες, όπως το ότι δεν γίνονται αποδεκτές οι αναλύσεις από το Γενικό Χημείου του Κράτους, αλλά και αναγνωρίζονται από τη Ρωσική Ομοσπονδία οι πιστοποιήσεις ISO που διαθέτουν οι οινοποιοί στη χώρα μας.
Από την πλευρά του, ο προϊστάμενος των τμημάτων αμπέλου-οίνου και αλκοολούχων ποτών του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Νίκος Ταβουλάρης, επισήμανε, μεταξύ άλλων, τις χρονοβόρες διαδικασίες για την εξαγωγή οίνου στη Ρωσική Ομοσπονδία, μέχρι και δέκα μήνες προκειμένου να δοθεί το πράσινο φως, και στο πλαίσιο αυτό ζήτησε να εξεταστεί η σύμπτυξη των οκτώ προαπαιτούμενων, ώστε να υπάρχει επωφελές αποτέλεσμα και για τις δύο πλευρές.
Τέλος, υπογράμμισε την πτωτική πορεία των εξαγωγών οίνου, που το 2014 διαμορφωνόταν σε αξία σε 400.000 ευρώ, ήτοι 245.000 λίτρα οίνου, μειωμένες σε ποσοστό 25%, συγκριτικά με το 2013 και “σήμερα η πτώση εκτιμάται στο 60%”.