ΕΚΤΑΚΤΟ: ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ – ΜΙΑ ΖΩΗ
Σήμερα η ηθοποιός και ποιήτρια Ιωάννα Σκλαβενίτη διαβάζει το ποίημα Η πρωινή σπουδή της Ρωσίδας ποιήτριας Ξένια Νεκράσοβα (1912-1958), που έγινε γνωστή ουσιαστικά μόνο μετά το θάνατό της και για την οποία η Άννα Αχμάτοβα έλεγε: «Σε όλη μου τη ζωή γνώρισα μονάχα δυο γυναίκες-ποιητές, τη Μαρίνα Τσβετάγιεβα και την Ξένια Νεκράσοβα». Μεγαλωμένη στο ορφανοτροφείο στη βαθιά ρωσική επαρχία, η Ξένια Νεκράσοβα έζησε μόλις 46 χρόνια, αφού έχασε στον πόλεμο το παιδί και το άνδρα της και τραυματίστηκε βαριά η ίδια. Την ανακάλυψε η Άννα Αχμάτοβα και φρόντισε να αναδειχτεί αυτό το πηγαίο ταλέντο. Η Αγία της ρωσικής ποίησης έχουν ονομάσει την Ξένια Νεκράσοβα, και διαβάζοντας τους στίχους της, καταλαβαίνεις το γιατί…
Κάθε πρωί
ο ήλιος πλησιάζει τη γη
στέκει στα δάκτυλα,
ακουμπώντας το κυρτό, ανεμοδαρμένο
του μέτωπο στον ορίζοντα
και μας κοιτά –
με θλίψη,
ή θαυμασμό,
ή αγαλλίαση.
Και από την κοντινή του ανάσα
η γη αποκτά λόγο.
Και κάθε κτήνος αρχίζει να συνθέτει με ήχους
την αγαλλίαση της ψυχής του.
κι όσα από λαλιά δεν ξέρουν,
καπνίζουν με μπλε ομίχλες.
Κι από τον ήλιο ξεκινούν
οι αχτίδες και στα λιβάδια
ως χορτάρι καταλήγουν.
Οι ευτυχέστερες ανάμεσά τους,
μόλις ακουμπήσουν τις λίμνες,
μεταμορφώνονται σε βατράχια,
ζωντανά τρυφερά και ευαίσθητα,
και τόσο απεχθή στην όψη,
που προκαλούν στη σκέψη των ζώντων
εύθραυστη, ψαθυρή ευλάβεια.
Τα βατράχια των βάλτων δεν ξέρουν,
πως με τον ήλιο έχουν συγγένεια,
έχουν όμως ακλόνητη πίστη
στην αυγή και στη δύση του ήλιου.
Ανάμεσα στα χόρτα, τις φτέρες,
και τα βατράχια των βάλτων,
περιπλανώνται τ’ αγόρια.
Όπως όλα τα βλαστάρια ανθρώπων,
ξεχωρίζουν από τα πουλιά και τα ζώα
με της καρδιάς τους τη φαντασία.
Και γι΄αυτό δημιουργείται στο Σύμπαν
ανάμεσα σε ζώντες και ομιλούντες
κι αυτός ο άναρχος πόνος
κι αυτός ο ατέρμονος θαυμασμός
απέναντι στη ζωή.
Το ποίημα «Η πρωινή σπουδή» της Ξένια Νεκράσοβα ακούγεται στα ελληνικά σε μετάφραση της Ευγενίας Κριτσέφσκαγια .