Εργαστήρι Σαπίρο. Μέρα Έκτη. Ο ήρωας του Βυσσινόκηπου είναι ο χρόνος
«Ένα σύγχρονο έργο πρέπει να παίζεται σαν κλασικό και το κλασικό σαν σύγχρονο».
«Στο Βυσσινόκηπο μαζεύτηκαν ιδιότροποι άνθρωποι. Αλλά όλοι μας είμαστε ιδιότροποι. Οι Ρώσοι είναι και καλοί και κακοί άνθρωποι. Δεν φροντίζουν τη γη τους γιατί έχουν πολλή γη. Στην Ολλανδία, το Ισραήλ, τη Σουηδία φέρονται στη γη τους διαφορετικά. Οι Ρώσοι πούλησαν την Αλάσκα!»
«Δεν πρέπει να αντιδράμε στις λέξεις, αλλά στα βλέμματα. Οι λέξεις πρέπει να γεννιούνται όταν δεν μπορείς να σιωπάς και όχι επειδή πρέπει να μιλάς».
«Ήρωας του Βυσσονόκηπου είναι ο χρόνος. Είναι πολύ δύσκολο να εξηγήσεις πώς αλλάζουν οι εποχές, ο ηθοποιός δυσκολεύεται να βρει τι πρέπει να κάνει με τα χέρια και τα πόδια του. Αν έχετε πολύ κείμενο υπάρχει κίνδυνος ότι θα φλυαρείτε, γι’ αυτό δεν πρέπει να μιλάτε σαν επίσημος ομιλητής, σαν Πρόεδρος, θα φανεί αμέσως, ότι προφέρετε ένα έτοιμο κείμενο».
«Πώς να εξηγήσεις τη γεύση της ελιάς σε κάποιον που δεν έχει δοκιμάσεις ποτέ του ελιές; Τι γεύση έχει; Γλυκιά; Όχι. Πικρή; Όχι. Κτλ. Αυτό αφορά τον Λοπάχιν που προσπαθεί να εξηγήσει στη Ράνέφσκαγια το σχέδιο διάσωσης του βυσσινόκηπου. Υπάρχει κάτι που είναι πολύ δύσκολο να μεταφέρεις. Έτσι και ο Λοπάχιν δυσκολεύεται να εξηγήσει ότι οι εποχές έχουν αλλάξει».
«Ο Γκάγιεφ δε συγκρούεται άμεσα με τον Λοπάχιν που λέει ότι τα πάντα αλλάζουν, απλά πιστεύει ότι τα πάντα μένουν όπως παλιά. Η ζωή έφυγε, αλλά ο Γκάγιεφ δεν άλλαξε, είναι άνθρωπος άλλης εποχής. Στο φινάλε γελάμε μ’ αυτόν αλλά είναι πικρό το γέλιο: έμεινε χωρίς σπίτι, δεν μπορεί να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες ζωής»
«Σε κάθε ήρωα πρέπει να βρούμε τα κωμικά και τα τραγικά χαρακτηριστικά. Τα πάντα εξαρτώνται από την οπτική γωνιά: το ποτήρι μπορεί να είναι μισοάδειο και μισογεμάτο. Σε κάποιες στιγμές της ζωής είμαστε είτε γελοίοι, είτε τραγικοί. Παίζουμε με τον εαυτό μας κάποιο παιχνίδι, γι’ αυτό γράφει ο Τσέχωφ. Η ήρωες του φλυαρούν χωρίς λόγο, είναι η ιδιαιτερότητα των τσεχωβικών έργων. Αν ο σύγχρονός του θεατής είναι πλέον εξοικειωμένος με χιούμορ του Τσέχωφ, σήμερα, όταν ανεβάζεις τα έργα του, πρέπει να μεταφέρεις εκεί την εμπειρία των σημερινών ανθρώπων».
«Στον Οθέλλο δεν υπάρχει τίποτα το αστείο: αγαπάει ατελείωτα τη Δυσδαιμόνα, και σε ένα παραλήρημα του πάθους την πνίγει. Τίποτα που μας κάνει να γελάμε. Αλλά σήμερα αυτό το έργο πρέπει να παίζεται διαφορετικά. Αν δε βρούμε κάτι χιουμοριστικό, το έργο δεν παίζεται: ένας αγροίκος έπνιξε τη γυναίκα του χωρίς ν’ ακούσει καν τις εξηγήσεις της».
«Ο Λοπάχιν την ημέρα είναι πολύ επιτυχημένος επιχειρηματίας και τη νύχτα δεν κοιμάται, καταλαβαίνοντας ότι γύρω του κανείς δε θέλει να δουλεύει. Κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός, αν τον κοιτάξεις από διαφορετικές οπτικές γωνιές. Και τότε αναλύουμε τη συμπεριφορά των ηρώων, βασιζόμενοι στα γεγονότα. Στην ουσία ο Λοπάχιν είναι ένας δυστυχισμένος άνθρωπος».
«Οι άνθρωποι, που μπαίνουν στην τελευταία περίοδο της ζωής τους χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: κάποιοι θέλουν να πάρουν από τη ζωή αυτά που δεν πρόλαβαν να πάρουν, και οι άλλοι θέλουν να απαλλαγούν από τα περιττά πράγματα».
«Στον Τσέχωφ οι ήρωες μας δείχνουν τις διαφορετικές τους πλευρές. Είναι ανάγλυφοι σαν τα αρχαιοελληνικά αγάλματα. Το θέατρο πρέπει να ορίσει τη δική του άποψη για τη ζωή, για τους ανθρώπους. Οι ήρωες του Βυσσινόκηπου είναι ανόητοι, θα μπορούσαν να σωθούν. Είναι πολιτισμένοι, μορφωμένοι, αλλά συνέχεια χάνουν. Κι εδώ κρύβεται ένα παράδοξο: χάνουν στην ιστορία του έργου, αλλά μέσα τους νικούν. Υποχωρούν για να μη χάσουν τον εαυτό τους.»
«Πρέπει να ξέρουμε ένα σημαντικό όρο: τη δομική ανάλυση. Στα έργω καλών δραματουργών υπάρχει δομή. Ακόμα και μέσα από ασήμαντες, αστείες σκηνές περνάει το θέμα του ήρωα. Όλοι περιμένουν, ότι κάτι θα συμβεί, κάτι θα γίνει και θα σωθούν. Οι ήρωες του Τσέχωφ στερούνται πλήρως της πρωτοβουλίας».
«Το σύγχρονο θέατρο συχνά αλλάζει ονόματα των ηρώων στα ξένα έργα για να είναι «ομιλούμενα» όπως στο πρωτότυπο».
«Όταν βλέπεις διαφορετικές παραστάσεις του Βυσσινόκηπου, καταλαβαίνεις την άποψη του σκηνοθέτη. Αν καταλαβαίνουμε από την παράσταση, ότι ο κήπος έπρεπε να κοπεί, τότε σκηνοθέτης της ήταν ο Λοπάχιν».
«Πολύ σημαντικός είναι ο ρόλος του Φιρς: είναι άνθρωπος και φύλακας της παλιάς εποχής, Σημειωτέον: στη διάρκεια όλου του έργου είναι όρθιος και κάθεται μόνο μια φορά και για λίγο, όταν είναι μόνος του στη σκηνή».
«Υπάρχουν έργα, όπου η ηλικία του ή της ηθοποιού δεν παίζει ρόλο. Ο Οθέλλος, επινοημένος ήρωας, μπορεί να είναι γέρος ή νέος. Αλλά ο Ρωμαίος δεν μπορεί να είναι μεγάλος στην ηλικία, αυτό θα καταστρέψει όλο το έργο. Στην ιστορία του θεάτρου υπήρχαν περιπτώσεις, όταν τους ανδρικούς ρόλους έπαιζαν γυναίκες: η Σάρα Μπερνάρ σε ρόλο του Άμλετ. Ο Οθέλλος και ο Άμλετ – είναι από τη φαντασία του συγγραφέα, αλλά για τον Ρωμαίο πιστεύουμε, ότι υπήρχε».
Στο σύγχρονο θέατρο γυναίκες παίζουν συχνά τους ανδρικούς ρόλους, στην εποχή του Σαίξπηρ όλους τους ρόλους στο θέατρο έπαιζαν άνδρες. Αλλά γενικά στο θέατρο τα πάντα επιτρέπονται, αρκεί να πείθει η παράσταση.
Στον Τσέχωφ πάντως, οι Τρεις αδερφές δεν πρέπει να είναι μεγάλες, γιατί είναι πολύ σημαντικό, ότι εκείνες νιώθουν, ότι η ζωή φεύγει.
Καμιά φορά όμως, η παράσταση είναι φτιαγμένη λάθος, αλλά με πολύ ταλέντο, άλλες φορές τα πάντα είναι θεατρικά σωστά, αλλά χωρίς ταλέντο. Πρέπει να είναι θεατρικά ενδιαφέρον.
Αλλά σε γενικές γραμμές τα πάντα εξαρτώνται από το τέλος, από το τι θέλεις να παίξεις».