Στις 2 Μάη του 1977, ο Γιάννης Ρίτσος τιμάται στη Μόσχα με το Διεθνές Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη. Το βραβείο Λένιν απονεμόταν από το 1949 και κάθε χρόνο στα πλαίσια του γιορτασμού της επετείου γέννησης του ηγέτη της μεγάλης Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης και του πρώτου εργατικού κράτους στον κόσμο Β. Ι. Λένιν, σε προσωπικότητες που είχαν διακριθεί για την προσφορά τους στην υπόθεση της ειρήνης.
Το σοβιετικό πρακτορείο ΤΑΣΣ μετέδωσε την είδηση με την εξής ανακοίνωση: «Γιάννης Ρίτσος. Ποιητής, πολίτης και κοινωνικός παράγοντας, ολόκληρη η σταδιοδρομία και το δημιουργικό έργο του οποίου είναι αφιερωμένα σε ένα στόχο: στην πάλη για την αλήθεια, την ελευθερία και την ευτυχία των ανθρώπων, στην πάλη για την ειρήνη στον κόσμο. Σήμερα ο Γ. Ρίτσος βρίσκεται στις πρώτες γραμμές των οικοδόμων της ειρήνης. Την είδηση για την απονομή στον Ρίτσο του Διεθνούς Βραβείου Λένιν για την εδραίωση της ειρήνης μεταξύ των λαών, την δέχτηκε η προοδευτική ελληνική κοινή γνώμη σαν αναγνώριση των τεράστιων υπηρεσιών του μεγάλου γιου της Ελλάδας στην υπόθεση της διαφύλαξης και της εδραίωσης της ειρήνης».
Η απονομή του βραβείου στον Έλληνα ποιητή είχε παγκόσμια απήχηση, όπως άλλωστε είχε και το έργο του, αλλά και η αγωνιστική του διαδρομή και η προσφορά του στην υπόθεση της ειρήνης.
Το 1950, απ’ τον Αη Στράτη όπου βρισκόταν εξόριστος ο Γ. Ρίτσος θα γράψει για τον αγωνιστή της ειρήνης Ζολιό Κιουρί, που είχε τιμηθεί με το Βραβείο Λένιν, το ποίημα «Γράμμα στον Ζολιό Κιουρί»:
“(…) Έτσι από ξερονήσι σε ξερονήσι
κουβαλώντας από λύπη σε λύπη το μπόγο μας
κουβαλώντας την καρδιά μας μέσα στο μπόγο μας
κουβαλώντας την πίστη μας μέσα στην καρδιά μας
πολλές φορές δίχως ψωμί
πολλές φορές δίχως νερό
μ’ αλυσίδες στα χέρια
μην προφταίνοντας να πιάσουμε φιλία μ’ ένα δέντρο ή μ’ ένα παράθυρο
πάντα μ’ αλυσίδες στα χέρια
γιατί είμαστε κάτι άνθρωποι έτσι απλοί
κάτι κεφάλια αγύριστα
που ποτέ δεν ξεμάθαμε ν’ αγαπάμε
όπως και συ, τη λευτεριά και την ειρήνη. (…)”
Για τον Ρίτσο που έκανε πράξη το πιστεύω του ότι η ποίηση «πρέπει να είναι ο οδηγός στην πάλη για την ευτυχία, το όπλο στα χέρια του λαϊκού αγωνιστή και η σημαία στα χέρια της ελευθερίας», είχαν εκφραστεί ήδη με εγκωμιαστικά λόγια πολλές προσωπικότητες των παγκόσμιων γραμμάτων και της τέχνης. Μεταξύ αυτών, ο Λουίς Αραγκόν έλεγε ότι ο Ρίτσος «είναι ο μεγαλύτερος ποιητής της εποχής μας», ενώ ο Πάμπλο Νερούδα όταν ανακοινώθηκε η υποψηφιότητά του για το βραβείο Νόμπελ είχε πει: «ξέρω κάποιον άλλον με περισσότερα προσόντα γι’ αυτήν την τιμή: τον Γιάννη Ρίτσο».
Συγκινημένος ο ποιητής της ρωμιοσύνης μετά την είδηση για την απονομή του βραβείου, θα δηλώσει: «Θερμά και ειλικρινά ευχαριστώ για την απόφαση που πάρθηκε. Σ’ όλη τη ζωή μου είμαι αφοσιωμένος στα ιδανικά της ειρήνης. Σήμερα για μένα είναι μια μεγάλη γιορτή και είμαι συγκινημένος μέχρι το βάθος της ψυχής μου. Δεν μπορώ να συγκρατήσω τα δάκρυα της χαράς και της ευγνωμοσύνης για τη μεγάλη αναγνώριση και την εκτίμηση του δημιουργικού μου έργου, Δεν κρύβω τα δάκρυα γιατί αυτό το γεγονός συνέπεσε την παραμονή των γενεθλίων μου». (Ο Ρίτσος είχε γεννηθεί την Πρωτομαγιά του 1909).
Λίγες μέρες μετά την απόδοση τιμής από το Σοβιετικό κράτος στον Γ. Ρίτσο, ο «Φιλικός» (Νίκος Παπαπερικλής) που είχε μοιραστεί με τον σύντροφο και φίλο του ποιητή κελιά φυλακής και εξορίες θα γράψει στη στήλη του στο Ριζοσπάστη (8/5/1977): «Σύντροφε Γιάννη, εμείς οι δικοί σου, εμείς της εξορίας, της φυλακής και της συντροφιάς από τις «γειτονιές του κόσμου» (…) λέμε, σύντροφε Γιάννη, είσαι προπαντός ο ποιητής μας. Ο δικός μας ποιητής! Όσο κι αν σε διεκδικεί το μέγα πλήθος όπου γης. Όσο κι αν σ’ αγκάλιασε το ανθρώπινο γένος. Είσαι κατάδικός μας όπως κι ο μεγάλος σου αδελφός της ίδιας μεγάλης τιμής του βραβείου Λένιν, ο Κώστας Βάρναλης. Δυο εγκάρδια αδέρφια μας. Δυο δίδυμα αστέρια ολόφωτα του λαού μας. Γι αυτό ερχόμαστε σήμερα κοντά σου διακριτικά. Μ’ ένα γαρύφαλο. Με την καρδιά πασίχαρη. Μ’ ένα χαμόγελο συντροφικής γιορτινής ευφροσύνης. (…) Για και χαρά σύντροφε Γιάννη Ρίτσο! Να μας ζήσεις! (…) Να ο ποιητής κι ο αδελφός μας! Μαζί σου πάντα στον αγώνα. Και τούτο το θυμωμένο καλοκαίρι και τον άλλον βαρύ χειμώνα, στο πλευρό σου, ώσπου να λάμψει ο ήλιος του λυτρωμού, σύντροφε Γιάννη Ρίτσο!».