Δύο Θέατρα, δύο επέτειοι…
της Ευγενίας Κριτσέφσκαγια
Έχουμε συνηθίσει να μιλάμε για το μεγάλο λίκνο του σύγχρονου ευρωπαϊκού θεάτρου, Θέατρο Τέχνης της Μόσχας, τέκνο των Κωνσταντίν Στανισλάφσκι και Βλαντίμιρ Νεμιρόβιτς-Ντάντσενκο, ξεχνώντας ή αγνοώντας, ότι σήμερα στην ρωσική πρωτεύουσα υπάρχουν δύο Θέατρα Τέχνης: το Ακαδημαϊκό Θέατρο Τέχνης Μαξίμ Γκόρκι (ΜΧΑΤ) και το Θέατρο Τέχνης Αντόν Τσέχωφ (ΜΧΤ). Πέρυσι γιορτάστηκαν τα 120 χρόνια από την ίδρυση του Θεάτρου Τέχνης και φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια, αφότου το Θέατρο Τέχνης έγινε Ακαδημαϊκό (1919), προσθέτοντας αργότερα, το 1932, στο όνομά του το όνομα του Γκόρκι. Σ’ αυτή την μορφή το Θέατρο έζησε, όσο σχεδόν έζησε και η Σοβιετική Ένωση – 68 χρόνια: το 1987 το Θέατρο «κόπηκε» στα δύο, οι μισοί ηθοποιοί με επικεφαλής τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή του ΜΧΑΤ Ολέγκ Γιεφρέμοφ ίδρυσαν ένα άλλο Θέατρο Τέχνης. Όχι δεύτερη σκηνή του ίδιου θεάτρου, αλλά ένα τελείως διαφορετικό θέατρο, με διαφορετική φιλοσοφία και διαφορετικό ρεπερτόριο. Ένα άλλο ΜΧΤ. Χωρίς το «Α» εδώ και 15 χρόνια, από το 2004. Κι εδώ φτάνουμε στη δεύτερη φετινή επέτειο – για κάποιους θλιβερή, για άλλους – χαρούμενη: 30 χρόνια από τότε, που το ΜΧΤ του Ολέγκ Γιεφρέμοφ πήρε το όνομα που πιθανόν δικαιούταν από την αρχή – ΜΧΤ Αντόν Τσέχωφ. «Είναι δικό σου θέατρο, Αντόν!» είπε κάποτε ο Νεμιρόβιτς-Ντάντσενκο, απευθυνόμενος στον Τσέχωφ.
Μια από τις μεγάλες ηθοποιούς, βετεράνος Θεάτρου Τέχνης, Αγγελίνα Στεπάνοβα (1905-2000), θεωρούσε, ότι «το να χωρίσεις στα δυο το Θέατρο Τέχνης της Μόσχας είναι σαν να κόβεις στα δύο το Ναό του Αγίου Βασιλίου στην Κόκκινη Πλατεία, και το ένα του κομμάτι ν΄αφήσεις στην Κόκκινη Πλατεία και το άλλο – να μεταφέρεις στην άλλη όχθη του ποταμού Μόσκοβα». Αλλά ο Ολέγκ Γιεφρέμοφ, που κατέληξε στην απόφαση να χωρίσει το Θέατρο Τέχνης στα δυο λόγω της ακαμψίας της Διοίκησής του και της άρνησης ενός μέρους του θιάσου να προχωρήσει στις αλλαγές, απάντησε: «Ο ναός δεν γκρεμίζεται, αλλά συνέχεια και απαραίτητα ανοικοδομείται». Ο Γιεφρέμοφ κατηγορήθηκε, ότι αγνοούσε την μέθοδο Στανισλάφσκι, εκείνος όμως, αφού είχει διαβάσει όλα τα πρωτόκολα και πρακτικά του Θεάτρου από το 1900, κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι ο Στανισλάφσκι και ο Νεμιρόβιτς-Ντάντσενκο περισσότερο απ’ όλα φοβούνταν μη καταλήξει η μέθοδός τους σε κάτι άκαμπτο και νεκρό.
Η κόρη του Γιεφρέμοφ, Αναστασία, περιγράφει τον αγώνα για αλλάγες του πατέρα της από την αρχή, από το 1970, όταν εκείνος έγινε Καλλιτεχνικός Διευθυντής του ΜΧΑΤ, αφήνοντας την θέση του Διευθυντή στο Θέατρο «Σοβρεμέννικ», το οποίο δημιούργησε ο ίδιος: «Για να γνωρίσει καλύτερα τον θίασο, ο πατέρας μιλούσε με τον καθένα προσωπικά… Παραπονιόταν: «Κατάλαβα, ότι οι περισσότεροι ηθοποιοί έχουν ένα μοναδικό σουπερ-στόχο – να διαφυλάξουν την ησυχία τους, να μην χάσουν τα κεκτημένα…» Προσπαθούσε να ξυπνήσει τον εγωϊσμό τους: «Έχετε σκεφτεί ποτέ, γιατί στους ηθοποιούς του Θεάτρου Τέχνης δεν προτείνουν πλέον ρόλους στον κινηματόγραφο; Άρα πρέπει να δούμε, αν είναι ακόμα ζωντανός ο ηθοποιός μες στους ηθοποιούς του ΜΧΑΤ! Δεν σας καλώ στην εύκολη, αλλά στη δύσκολή ζωή! Οι αλλαγές είναι απαραίτητες!»
Εδώ που τα λέμε, τον Ολέγκ Γιεφρέμοφ κάλεσαν στο ΜΧΑΤ ακριβώς γι’ αυτό – για να σώσει το Θέατρο.
Το 1987 ο θίασος του ΜΧΑΤ γιγαντώθηκε, τον αποτελούσαν 180 άτομα… Ένα δυσκίνητο, ακανόνιστο μόρφωμα, συνοθύλευμα ανθρώπων χωρίς κοινό στόχο, κοινό όραμα κα κοινό πνεύμα. Η έκκρηξη ήταν αναπόφευκτη: όπως και κάθε επανάσταση, ο βρασμός ξεκίνησε «από κάτω» και οδήγησε στη διάσπαση, στη δημιουργία του νέου-παλιού ΜΧΤ του Ολέγκ Γιεφρέμοφ, που μεταφέρθηκε στο ιστορικό κτίρο του Θεάτρου στην πάροδο Καμεργκέρσκι, δωρεά του Ρώσου μαικήνα Σάββα Μορόζοφ (1902), και του παλιού-νέου ΜΧΑΤ στο Βουλεβάρτο Τβερσκόι με Καλλιτεχνικό Διευθυντή την Τατιάνα Ντορόνινα…
Τότε, το 1987 ο Γιεφρέμοφ είχε το δικαίωμα να απολύσει τους μισούς ηθοποιούς, τις «νεκρές ψυχές», αλλά δεν το έκανε. Τους άφησε το δικαίωμα να βρουν το δρόμο τους. Και μάλλον τον βρήκαν.
Σήμερα και τα δύο Θέατρα Τέχνης – το ΜΧΑΤ Γκόρκι και το ΜΧΤ Τσέχωφ – έχουν το δικό τους κοινό και τη δική τους πορεία ο καθένας.
Αποδείχθηκε, ότι η «χειρουργική επέμβαση» ήταν απαραίτητη, όσο επώδυνη κι αν ήταν.
Ο οργανισμός – το Θέατρο Τέχνης – επέζησε…