Περί καπνίσματος
Tα παραλειπόμενα του Πλάτωνα
γράφει ο Ξένος
Αφήνοντας το πιάτο στο μάρμαρο, ο Σωκράτης έβγαλε από το χιτώνα του ένα πακέτο Gauloise μπλε και με ευχαρίστηση έκανε την πρώτη ρουφηξιά. Παρατηρώντας τους συνδαιτυμόνες του, κατάλαβε, πως ο καπνός ενόχλησε τον Κριτία.
– Μήπως θυμάσαι, φίλτατε Κριτία, τη κουβέντα που κάναμε χτες μέχρι που μας χώρισε η νύχτα;
– Για την πολιτεία και τους νόμους της, Δάσκαλε.
– Θα ήθελες να κουβεντιάσουμε για το νέο νόμο της Εκκλησίας του Δήμου περί καπνίσματος; Αν το κάπνισμα είναι υπέρτατο αγαθό ή μάστιγα της πολιτισμένης κοινωνίας;
– Πιστεύω, Δάσκαλε, πως το κάπνισμα είναι μεγάλο κακό, που καταστρέφει το σώμα και το πνεύμα του ανθρώπου.
– Θα μπορούσες, Κριτία, να μας αποδείξεις αυτή σου τη σκέψη;
– Ευχαρίστως, διότι υπέφερα αρκετά στο σπίτι του πατέρα μου από τον καπνό και εξ’ ιδίας πείρας γνωρίζω τον όλεθρο που προκαλεί.
Πρώτον, αν το κάπνισμα ήταν κάτι καλό και χρήσιμο, η Εκκλησία του Δήμου δε θα είχε προβεί ποτέ σε απαγόρευσή του. Ο νόμος του κράτους δε θα μπορούσε ποτέ να είναι επιβλαβής για τους πολίτες του, σωστά;
– Σωστά.
– Δεύτερον. Το κάπνισμα προκαλεί ανίατες ασθένειες, άδοξο θάνατο, Ανάμεσά μας δεν έχουμε πια τον Ευρυκλή, που πέθανε από αιμόπτυση στο πτωχοκομείο, και ο Αντίνοος αργοσβήνει στο κρεβάτι του περιτριγυρισμένος από τη γυναίκα, τα παιδιά και τους οικείους του.
Και τρίτον. Κάθε ελεύθερος πολίτης δεν υποχρεούται να φροντίζει την οικογένειά του; Την υπάρχουσα ή τη μελλοντική;
– Σαφώς και υποχρεούται, Κριτία.
– Ένας γέρος καπνιστής μεταμορφώνει σε καπνό τους καρπούς των κόπων του, στερώντας τα παιδιά του της περιουσίας, και ένας νέος που φουμάρει, στερεί από τα μελλοντικά του παιδιά έναν υγιή πατέρα, που θα μπορούσε να τους εξασφαλίσει μια καθωσπρέπει διαβίωση, δεν συμφωνείς;
– Αναμφισβήτητα, Κριτία. Κοντεύεις να με πείσεις κι εμένα να πετάξω το τσιγάρο. Θα προσπαθήσω όμως να σε πείσω για το αντίθετο, ισχυριζόμενος, πως το κάπνισμα είναι υπέρτατο αγαθό. Η πολιτεία χτυπάει τη συνέπεια του κακού, κι όχι την αιτία του. Γιατί αν πραγματικά το ήθελε, θα έκλεινε τα καπνεργοστάσια. Δε το κάνει, παρά μόνο γεμίζει το ταμείο της με τις εισπράξεις από τους φόρους. Οπότε, καπνίζοντας συνεισφέρω στην οικονομία του κράτους μου, δε συμφωνείς;
– Κατά κάποιο τρόπο, Δάσκαλε.
– Μίλησες για το θάνατο από το κάπνισμα, Κριτία. Όμως ο άνθρωπος, όπως κάθε ζώο, έχει το έμφυτο ένστικτο της άμυνας. Αν το κάπνισμα προκαλεί θάνατο, όπως είπες, τότε όλοι οι καπνιστές είναι αυτόχειρες. Σου φαίνομαι για αυτόχειρας, Κριτία, όπως με βλέπεις να γεύομαι τη ζωή, το κρασί και την παρέα σας;
– Σε καμιά περίπτωση.
– Υπάρχει θάνατος δοξασμένος και ο θάνατος άδικος. Μπορεί ο άνθρωπος να γνωρίζει εκ των προτέρων με ποιο τρόπο θα πεθάνει;
– Όχι, Δάσκαλε.
– Ο πατέρας του Ευρυκλή σκοτώθηκε στον Μαραθώνα από το άλογο του Πέρση ιππέα, και ο αδερφός του Αντίνοου έχασε τη ζωή του από ένα αφηνιασμένο γάιδαρο στην Αγορά. Σημαίνει αυτό πως ένας από αυτούς τους δυο άνδρες ήταν πιο άξιος από τον άλλον;
– Δε το πιστεύω.
– Γιατί τότε να μη πεθάνω όπως κι ο Αντίνοος, στο σπίτι μου, περιτριγυρισμένος από τους αγαπημένους μου; Όσον αφορά τις περιουσίες που γίνονται καπνός. . . »
Εδώ το κείμενο κόβεται. Ο υπόλοιπος πάπυρος υπέστη ανεπανόρθωτη ζημιά από τη φωτιά.