Τα ελληνικά χρώματα του Ιβάν Αϊβαζόφσκι

Ένα κείμενο της Ευγενίας Κριτσέφσκαγια

«Στον πίνακα βλέπω το φεγγάρι με το χρυσό και το ασήμι του να στέκει ψηλά πάνω από τη θάλασσα και να καθρεφτίζεται σ’ αυτήν… Η επιφάνειά της, που το ελαφρύ αεράκι τη γεμίζει με πάλλοντα κύματα, μοιάζει να είναι κεντημένη με μικροσκοπικές σπίθες ή μεταλλικές πούλιες, όπως ο μανδύας ενός βασιλιά!.. Συγχώρα με, ω μεγάλε ζωγράφε, αν έσφαλα, πιστεύοντας, ότι βλέπω πραγματικότητα και όχι πίνακα! Αλλά το έργο σου με καταγοήτευσε, και με κυρίευσε η αγαλλίαση! Η τέχνη σου είναι υψηλή και ισχυρή, γιατί σε ενέπνευσε η μεγαλοφυΐα σου!»

Αυτό το ποίημα, γραμμένο στα ιταλικά, αφιέρωσε στον 25χρονο Ιβάν Αϊβαζόφσκι ο διάσημος Άγγλος ρομαντικός ζωγράφος τοπίων, 67χρονος τότε Ουίλιαμ Τέρνερ, που επισκέφτηκε το 1842 την αγαπημένη του Ιταλία και έμεινε άναυδος μπροστά στον πίνακα του νεαρού ρώσου ζωγράφου Ο κόλπος της Νάπολης τη φεγγαρόλουστη νύχτα. Ο Αϊβαζόφσκι εκείνη την περίοδο ζούσε και δούλευε στην Ιταλία με υποτροφία της Σχολής Καλών Τεχνών της Αγίας Πετρούπολης, και έκανε τους απαιτητικούς και φιλότεχνους Ιταλούς να τον προσκυνήσουν.

Για τον Αϊβαζόφσκι έγραφαν οι μεγαλύτερες προσωπικότητες του ρωσικού πολιτισμού του 19ου αιώνα.  Σχεδόν συνομήλικος του αιώνα, ο ζωγράφος ήταν φίλος του Νικολάι Γκόγκολ, ο Φιόντορ Ντοστογιέφσκι συνέκρινε τους πίνακες του Αϊβαζόφσκι με τα μυθιστορήματα του Αλέξανδρου Δουμά, σημειώνοντας, ότι και οι δυο τους απεχθάνονται την καθημερινότητα, τους εμπνέει η δράση, τους έλκει το ρίσκο, το ακραίο, ο Τσέχοφ, που γνώρισε τον ηλικιωμένο Αϊβαζόφσκι το 1888 στο σπίτι του ζωγράφου στην Κριμαία, έγραφε, ότι ο Αϊβαζόφσκι «κάνει τη ζωή δική του και των φίλων του να μοιάζει με παραμύθι, «σερβίροντας  στους προσκεκλημένους στο παραμυθένιο κτήμα του στη Θεοδοσία σούπα Πόντος, παντς Βεζούβιο, λικέρ Κατακλυσμός και επιδόρπιο Νηνεμία».

Ο Αϊβαζόφσκι αγαπούσε τη ζωή, αγαπούσε τις γυναίκες του, τα παιδιά του, την πόλη του, την Κριμαία, αλλά περισσότερο από όλα λάτρευε τη θάλασσα, τη Μαύρη θάλασσα, τον Πόντο.

Γεννήθηκε ο μεγάλος θαλασσογράφος στη Θεοδοσία της Κριμαίας, αρχαία ελληνική πόλη, που ιδρύθηκε το 6 αιώνα προ Χριστού από τους Μηλήσιους, και μέχρι το έτος 1817, όταν η οικογένεια του αρμένη έμπορα Κωνσταντίν Γαίβαζόφσκι απέκτησε τον γιο Οβανές, κατόπιν Ιβάν, βρέθηκε διαδοχικά στα χέρια των Βυζαντινών και των Χαζάρων, των Μογγόλων, των Γενοβέζων και τέλος των Οθωμανών.

 Όταν το 1771 η Θεοδοσία και το 1783 όλη η Κριμαία ενσωματώθηκαν στη Ρωσία με το Διάταγμα της Μεγάλης Αικατερίνης, η πόλη έμοιαζε με Βαβέλ, όπου ζούσαν όλες οι φυλές του κόσμου, με κυρίαρχες την αρμένικη και την ελληνική.

Στη φωτογραφία – το Μουσείο Αρχαιοτήτων της Θεοδοσίας, χτισμένο το 1871 στο βουνό Μιθριδάτης με τα χρήματα του Αϊβαζόφσκι – για να πάρουμε μια γεύση του τι ήταν αυτή η πόλη γενικώς και για τον ζωγράφο ειδικώς. Ας σημειώσουμε, ότι το όνομά Μιθριδάτης έδωσε στο βουνό επίσης ο Ιβάν Αϊβαζόφσκι!

Δε θα σταθούμε ιδιαίτερα στα σημεία της προσωπικής ζωής και της επαγγελματικής σταδιοδρομίας του Ιβάν Αϊβαζόφσκι, μια και τη σύντομη ομιλία αυτή ακολουθεί επίσης σύντομη, αλλά κατατοπιστικότατη ταινία, και είναι πάντοτε καλύτερα μια φορά να δεις παρά χίλιες ν’ ακούσεις.

Και όσοι στην Ελλάδα  θέλουν να γνωρίσουν «ζωντανά» τη θάλασσα του Αϊβαζόφσκι, δεν τους μένει παρά να αναζητήσουν στην Εθνική Πινακοθήκη τα έργα του, όπως π.χ. Καταιγίδα κοντά στο Σούνιο, που ο ζωγράφος φιλοτέχνησε το 1856 και  τον πίνακα τον δώρισε στη Πινακοθήκη ο Έλλην εκ Οδησσού, Γρηγόριος Μαρασλής.

Ο Αϊβαζόφσκι, αν δεν ήταν ζωγράφος, θα μπορούσε να γίνει συγγραφέας και να εκδώσει τις πλούσιες ταξιδιωτικές σημειώσεις: είχε φωτογραφική μνήμη, και έπιανε και την παραμικρή λεπτομέρεια του περιβάλλοντος καλύτερα κι από τον Σέρλοκ Χολμς, μόνο που αυτές οι λεπτομέρειες δεν μεταμορφώνονταν σε λέξεις ή στοιχεία, αλλά σε περίφημες αϊβαζοφικές πινελιές.

Γνώριζε απέξω και ανακατωτά καμιά ντουζίνα θάλασσες, πελάγη και Ωκεανούς και με τους πίνακές του η εκμάθηση της γεωγραφίας γίνεται παιχνίδι. Έτσι, μαθαίνουμε

– την Αδριατική θάλασσα, με τη λιμνοθάλασσα της Βενετίας,

– τον Ατλαντικό Ωκεανό με το νησί της Αγίας Ελένης και τον μοναχικό κι εξόριστο Ναπολέοντα,

 

-Τη Βαλτική θάλασσα

 

-Το Ιόνιο πέλαγος με τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου του 1927,

 

-Την Κρητική θάλασσα, αυτός ο πίνακας του Αϊβαζόφσκι γιορτάζει φέτος τα 150 του χρόνια,

 

-Τη θάλασσα του Μαρμαρά

 

-Τη Βόρεια θάλασσα με το επιβλητικό Άμστερνταμ

 

-Το Βόρειο Παγωμένο Ωκεανό

 

-Το Αιγαίο πέλαγος με την όμορφη Ρόδο

 

-Και την επιβλητική Πάτμο

 

-Και φυσικά την αγαπημένη του Μαύρη θάλασσα, τον αιώνιο Πόντο, ήρεμο ή άγριο

Στους πίνακές του ζωντάνευε επίσης η ευρωπαϊκή Ιστορία, και πρωτίστως η ιστορία της Ελλάδας, ιστορία των ρωσο-τουρκικών πολέμων, στενά συνδεδεμένη με τον ελληνικό Αγώνα για την Ανεξαρτησία:

 -H Ναυμαχία του Ναβαρίνου, στην οποία αναφερθήκαμε ήδη,

 -Η Ναυμαχία του Τσεσμέ

 

-Η Ναυμαχία της Χίου

Και πολλές άλλες ναυμαχίες της ευρωπαϊκής ιστορίας.

 «Τσάρο της θάλασσας» αποκάλεσε τον Αϊβαζόφσκι ο τσάρος Νικόλαος Α΄, που αγαπούσε τον ζωγράφο και συχνά τον έπαιρνε στα ταξίδια του: «Εγώ είμαι ο τσάρος της Γης, του φώναξε μια φορά, και ο Αϊβαζόφσκι ο τσάρος της θάλασσας!»

Και πράγματι, η θάλασσα ζωντάνευε κάτω από τα πινέλα του Αίβαζόφσκι, ανέπνεε και  κυλούσε. Αυτό έδινε τροφή για πλέον απίστευτες υποθέσεις στο καλλιτεχνικό περιβάλλον του ζωγράφου.

Έτσι ο σπουδαίος ρώσος ζωγράφος Ιβάν Κραμσκόι έγραφε στον γκαλερίστα και μαικήνα Πάβελ Τρετιακόφ, ιδρυτή της περίφημης, ομώνυμης Πινακοθήκης της Μόσχας:

«Πιθανόν, ο Αϊβαζόφσκι κατέχει κάποιο μυστικό για την κατασκευή των χρωμάτων: δεν έχω ξαναδεί τόσο καθαρές και φωτεινές αποχρώσεις ακόμα και στα ράφια των καλύτερων καταστημάτων της Μόσχας!»
Στην πραγματικότητα, το μυστικό όπλο του ζωγράφου είναι η άψογη εφαρμογή της τεχνικής  ζωγραφικής με λαζούρες, που στα δικά του ευφυή χέρια άγγιζε το απόλυτο. Το κύμα του Αϊβαζόφσκι είναι διαφανές, «νερένιο», κάτι που ο ζωγράφος πετυχαίνει, προσθέτοντας τα λεπτά στρώματα χρώματος το ένα πάνω στο άλλο. Και παρόλο που ο Αϊβαζόφσκι δουλεύει με λάδι, τα κύματά του μοιάζουν υδατογραφημένα. Τα χρώματα δείχνουν ιδιαίτερα έντονα, αλλά όχι χάρη στην πυκνότητα της πινελιάς, αλλά χάρη στο βάθος και τη λεπτότητα. Οι πίνακες, φτιαγμένες με λαζούρες, με πολλαπλά λεπτά στρώματα, διατηρούνται απείρως καλύτερα, τα χρώματά τους δεν σπάνε, και εδώ επίσης ο καλλιτέχνης στάθηκε πολύ τυχερός.

Ο Αϊβαζόφσκι ξεκινούσε τον πίνακα από τον ουρανό, τον οποίον ζωγράφιζε την ίδια μέρα. Η θάλασσα του έπαιρνε κάμποσες μέρες, αλλά ποτέ πάνω από 10. Όπως ο πίνακας όλης του της ζωής, όπως έλεγε ο ίδιος, ο μεγαλύτερος πίνακάς του Ανάμεσα στα κύματα, τον οποίον φιλοτέχνησε στα 81 του χρόνια.

Παρόλο που ο Αϊβαζόφσκι δεν ζωγράφιζε εκ του φυσικού, αλλά φιλοτεχνούσε τους πίνακές του στο εργαστήρι, βασιζόμενος στο απόλυτο και το αλάνθαστο της μνήμης του, δεν ήταν «άνθρωπος του γραφείου». Μια από τις λαμπρές σελίδες της ζωής και του έργου του ξετυλίχθηκε την περίοδο του Κριμαϊκού πολέμου  (1853-1856), στην άμυνα της Σεβαστούπολης, στο αποκορύφωμά της. Στην πολιορκημένη από τους συμμάχους – Άγγλους, Γάλλους και Τούρκους – πόλη της Σεβαστούπολης, έδρα του Ρωσικού Στόλου της Μαύρης Θάλασσας, ο Αϊβαζόφσκι ζωγραφίζει μανιωδώς, διοργανώνει εκθέσεις για να στηρίξει το ηθικό του στρατού και του στόλου.

Την ίδια περίοδο στη Σεβαστούπολη πολεμάει και ο 25χρονος Λέων Τολστόι: Τα διηγήματα της Σεβαστούπολης, που θα εκδοθούν αμέσως μετά, θα σταθούν αφορμή για την γνωριμία των δυο ανδρών.
Ο Ιβάν Αϊβαζόφσκι έζησε μεγάλη και ευτυχισμένη ζωή. Με την πρώτη του γυναίκα απέκτησε τέσσερις κόρες.

Το 1848 ο Αϊβαζόφσκι ερωτεύτηκε στην Πετρούπολη την όμορφη γκουβερνάντα, Γιούλια Γκρέϊβς και την παντρύτηκε: μαζί  και χώρια  έζησαν 18 χρόνια, ώσπου η Ιουλία μαζί με τις κόρες μετακόμισε μόνιμα στην Οδησσό.

34 χρόνια αργότερα, στα 65 του, ο Αϊβαζόφσκι, θα παντρευτεί για δεύτερη φορά, την 26χρονη Αρμένισα Άννα Σαρκισιαν, χήρα, την οποία είδε και ερωτεύτηκε στην κηδεία του άνδρα της. Μαζί έζησαν τα υπόλοιπα 12 χρόνια της ζωής του, και σχεδόν για 25 χρόνια μετά το θάνατο του ζωγράφου, η ωραία Άννα δεν έβγαινε από το σπίτι τους, όπου έζησε ευτυχισμένη. Πέθανε στην γερμανική κατοχή, το 1944.

Η μοίρα δεν έδωσε γιους στον ζωγράφο, του έδωσε όμως μια εγγονή και επτά εγγονούς, τέσσερις από τους οποίους έγιναν ζωγράφοι.

Η σχέση του Αϊβαζόφσκι  με την Ελλάδα μην είναι στ’ αλήθεια καρμική. Οι δυο του κόρες, η μεγαλύτερη Ελένη, και η τρίτη, Αλεξάνδρα, παντρεύτηκαν Έλληνες της Οδησσού: η πρώτη – τον  γιατρό του δημόσιου νοσοκομείου Πελοπίδα Λάτρη, και η δεύτερη – τον Μιχαήλ Λάμψη.

Η λαμπρή σταδιοδρομία στην τέχνη και τη ζωή των εγγονών του είναι θέμα μιας ξεχωριστής συζήτησης, εμείς όμως θα αναφερθούμε σε δυο από αυτούς, μοίρα των οποίων έχει άμεση σχέση με την Ελλάδα.

Η Ελένη Αϊβαζόφσκι και ο Πελοπίδας Λάτρης είχαν τρία παιδιά, ο μεγαλύτερος εκ των οποίων, Μιχαήλ Λάτρης όχι μόνο μετανάστευσε στην Ελλάδα το 1920 και έγινε διευθυντής της Βασιλικής Κεραμοποιίας, μια και εκτός της ζωγραφικής ειδικευόταν στην τέχνη του πηλού, αλλά εργάστηκε ως ζωγράφος στις ανασκαφές στη Δήλου και τη Μύκονο, και άφησε πάμπολλα σχέδια, που βρίσκονται σήμερα στη Πινακοθήκη της Θεοδοσίας.

Στην Ελλάδα το 1920 έφτασε ένας ώριμος 45χρονος άνδρας, που σπούδασε ζωγραφική στην αρχή στο εργαστήρι του παππού του και μετά – στο εργαστήρι του διάσημου ρώσου τοπιογράφου ελληνικής καταγωγής, Αρχίπ Κουίντζη. Στην Εθνική Πινακοθήκη της Θεοδοσίας εκτίθενται πολλά έργα του Μιχαήλ Λάτρη, τα οποία έχει φιλοτεχνήσει στην Ελλάδα, στην Αττική και τα νησιά.

Στην Ελλάδα ο Μιχαήλ Λάτρης έζησε τέσσερα χρόνια, αφήνοντας πλήθος έργων, αφιερωμένων στην ιστορική του πατρίδα.

Όσο για την τεχνοτροπία του, δεν θυμίζει σε τίποτα ούτε το διάσημο παππού του, ούτε τον διάσημο δάσκαλο: και πώς να θυμίζει, αφού ο κόσμος του 20 αιώνος δε θύμιζε σε τίποτα τον 19 αιώνα! Ο Παγκόσμιος πόλεμος, η Οκτωβριανή Επανάσταση, η Μικρασιατική καταστροφή, την οποία ο εγγονός του Αϊβαζόφσκι έζησε από κοντά, άλλαξαν για πάντα τον άνθρωπο και την Τέχνη.

Το 1924 ο Μιχαήλ Λάτρης μετανάστευσε στη Γαλλία, όπου ασχολήθηκε περισσότερο με κεραμική, και πέθανε το Φεβρουάριο του 1941, όταν οι ναζιστές έχουν ήδη μπει στο Παρίσι. Τέσσερις μήνες αργότερα οι Γερμανοί θ’ αρχίσουν να βομβαρδίζουν την Κριμαία και εννέα μήνες μετά θα ανατινάξουν το κτίριο του Μουσείου Αρχαιοτήτων στο βουνό Μιθριδάτη, χτισμένο από τον παππού του.

Ο αδερφός του Μιχαήλ Λάτρη, Αλεξάντρ, ήταν ο μοναδικός από τα εγγόνια του μεγάλου ζωγράφου, που πήρε το επίθετό του: ο τσάρος Νικόλαος Β΄ ικανοποίησε την επιθυμία του διάσημου υπερήλικα ζωγράφου, και υπέγραψε Διάταγμα, με το οποίο επέτρεπε στον Αλεξάντρ Λάτρη να λέγεται από δω και στο εξής Αλεξάντρ Αίβαζόφσκι. Η απόφαση αυτή δημοσιεύτηκε ένα μήνα μετά το θάνατο του ζωγράφου.

Ο Αλεξάντρ Αϊβαζόφσκι δεν έγινε ζωγράφος. Μετά την Επανάσταση του 1917 μετανάστευσε στην Ελλάδα, όπου στην Αθήνα γεννήθηκε ο γιος του Πέτρος, γεγονός για το οποίο μάθαμε από τα βιβλία βαπτίσεων της Ρωσικής εκκλησίας της Αγίας Τριάδας στην οδό Φιλελλήνων.

Ο Ιβάν Αϊβαζόφσκι πρόλαβε να δει τον νέο αιώνα να ανατέλλει και πέθανε στις 2 Μαίου του 1900, στον ύπνο. Στο καβαλέτο του έμεινε ανολοκλήρωτος ο τελευταίος του πίνακας – η ανατίναξη της τουρκικής Ναυαρχίδας από τον Ναύαρχο Κανάρη.

Την ημέρα της κηδείας του όλη η πόλη βγήκε στους δρόμους για να αποχαιρετήσει τον μεγάλο ζωγράφο, ευεργέτη, άνθρωπο, που αγάπησε την πόλη και τη θάλασσά της περισσότερο από όλα, και δεν τις εγκατέλειψε ούτε για τη απαστράπτουσα Πετρούπολη, ούτε για την φιλόμουση Ρώμη, ούτε για την πόλη του μέλλοντος Νέα Υόρκη.