16 χρόνια πριν: ο Ανατόλι Βασίλιεφ μιλάει για τον Πλάτωνα και τον Τσέχοφ

Συνέντευξη στην Θεανώ Κηρύκου στο «Βήμα», 30/7/2000

Ο δάσκαλος και η σχέση του με τον ηθοποιό. Η φιλοσοφία και η πολιτική μέσα από το θέατρο. Η θεωρία που γίνεται πράξη και η θεατρική πράξη που χρησιμοποιεί τη θεωρία για να αναπτυχθεί και να ανθήσει. Με τη λήξη της δέκατης Διεθνούς Συνάντησης Αρχαίου Ελληνικού Δράματος και μετά την παρουσίαση της παράστασης (σε μορφή πρόβας) του πρώτου βιβλίου της «Πολιτείας» του Πλάτωνα, ο ρώσος σκηνοθέτης Ανατόλι Βασίλιεφ μίλησε προς «Το Βήμα» για όλα: για το πρόβλημα του θεάτρου το οποίο στη ρωσική σχολή ταυτίζεται με το πρόβλημα του ηθοποιού· για το βιβλίο του με τίτλο «7 ή 8 μαθήματα θεάτρου», στο οποίο αναλύει μαζί με άλλα την αποδόμηση της μεθόδου Στανισλάφσκι ­ πώς, δηλαδή, αφού πήραν τις βάσεις της μεθόδου, τις επανατοποθέτησαν και έκαναν μια καινούργια τομή.

Μίλησε ακόμη για δύο αγαπημένους του συγγραφείς, τον Πλάτωνα και τον Τσέχοφ. Επεσήμανε, τέλος, ότι αυτοσχεδιάζοντας ο ηθοποιός μπορεί πιο εύκολα να μπει μέσα στα συμφραζόμενα της φιλοσοφίας του Πλάτωνα και ότι, μόνο αφότου δουλέψει στην πράξη και στη θεωρία τον Πλάτωνα, μπορεί να ανακαλύψει πως μέσα στα δράματα του Τσέχοφ, του ποιητή των ψυχικών καταστάσεων, υπάρχουν φιλοσοφικά στοιχεία τα οποία αγνοούσε.

Ο Ανατόλι Βασίλιεφ γεννήθηκε το 1942 και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Ροστόφ και στο Ινστιτούτο Θεάτρου GITIS. Το 1987 ίδρυσε τη Σχολή Δραματικής Τέχνης, σκηνοθέτησε πολλές παραστάσεις στη Ρωσία και στην Ευρώπη και έχει τιμηθεί με πολλά σημαντικά βραβεία, μερικά από τα οποία είναι το 1988 το βραβείο UBU για την καλύτερη ξένη παραγωγή της χρονιάς για την παράσταση «Εξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα», το βραβείο Στανισλάφσκι, το 1988 και το 1995, και το βραβείο Πιραντέλο, το 1992. Το 1999 τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο της Ρωσίας για τη δημιουργία της Σχολής Δραματικής Τέχνης.

­ Έρχεστε από μια χώρα με τεράστια θεατρική παράδοση. Ποια σχολή ακολουθείτε;

«Ακολουθώ τη ρωσική παράδοση του Στανισλάφσκι».

­ Από ό,τι είδαμε στην πρόβα με τους μαθητές σας, έχετε τροποποιήσει κατά πολύ τη μέθοδο Στανισλάφσκι, η οποία είναι μια αρκετά παλιά μέθοδος. Τι ακριβώς έχετε κάνει;

«Εχω αλλάξει το νόημά του, το έκανα πιο κατανοητό για το απλό κοινό. Το έχω κάνει πάρα πολύ καλύτερο και λειτουργικό. Εχω προσθέσει πράγματα, έχω αφαιρέσει επίσης, το έχω προσαρμόσει στις σύγχρονες ανάγκες έτσι ώστε να μπορώ να δουλεύω ουσιαστικά με τους ηθοποιούς. Π.χ., προσπαθήσαμε να προσεγγίσουμε τον Πλάτωνα μέσα από αυτή τη διαδικασία. Η μέθοδος Στανισλάφσκι δεν προϋποθέτει την παρουσίαση ενός κειμένου του Πλάτωνα. Καταφέραμε και βρήκαμε έναν δρόμο στον οποίο το σύστημα μπόρεσε να λειτουργήσει».

­ Από ποιους αισθάνεστε ότι έχετε επηρεαστεί;

«Από μια γυναίκα σίγουρα· από τον Στανισλάφσκι και βέβαια από τους δασκάλους μου. Είχα μια δασκάλα, τη Μαρία Κλέβιτς ­ είναι πολύ γνωστή στη Μόσχα ­, καθώς και άλλους μεγάλους δασκάλους τους οποίους δεν θα ξέρετε. Με επηρέασε πολύ και ο ιταλικός κινηματογράφος, σκηνοθέτες όπως ο Βισκόντι και ο Παζολίνι, και Γάλλοι επίσης, ο Τρυφό και ο Γκοντάρ».

­ Οι σύγχρονοι σκηνοθέτες, π.χ. ο Καντόρ, ο Μπρουκ, ο Γκροτόφσκι, δεν σας έχουν επηρεάσει;

«Μου αρέσουν πολύ ο Μπρουκ και ο Στρέλερ. Όσο για τον Καντόρ, δεν είδα ποτέ παράστασή του. Ο Γκροτόφσκι ήταν η τελευταία μεγάλη επιρροή στη δουλειά μου. Πολύ καλή ερώτηση. Μου αρέσουν και άλλοι, δεν θυμάμαι τώρα ονόματα».

­ Αισθάνεστε ότι συνεχίζετε κάποια από τις παραδόσεις, από τις σχολές της χώρας σας;

«Σίγουρα αυτήν του Στανισλάφσκι, αρκετά τροποποιημένη βέβαια. Επίσης του Πίτα Γκόντζεκ, από παιδαγωγικής πλευράς, ο οποίος συνεχίζει τη λαϊκή παράδοση».

­ Δουλεύετε συνήθως με κλασικά κείμενα ή με σύγχρονα;

«Τα τελευταία 10 χρόνια μόνο με κλασικά κείμενα. Τα προηγούμενα χρόνια ανέβασα αρκετά σύγχρονα· κυρίως με κείμενα του Πούσκιν έχω δουλέψει αρκετά».

­ Σας ενδιαφέρουν οι αντιδράσεις του κοινού; Πώς αντιδρούν οι θεατές όταν παρουσιάζετε παραστάσεις στο εξωτερικό;

«Όπως ακριβώς εδώ. Συνήθως αρέσουν οι παραστάσεις, χειροκροτούν, μας δίνουν συγχαρητήρια».

­ Ρωτώ επειδή χρησιμοποιείτε μια γλώσσα άγνωστη για τους περισσότερους θεατές. Βοηθά η σωματική έκφραση των ηθοποιών στην καλύτερη κατανόηση του κειμένου από το κοινό; Στην πρόβα οι ηθοποιοί χρησιμοποίησαν έντονα το σώμα τους τόσο στις σκηνές όσο και στους αυτοσχεδιασμούς και αυτό ήταν πολύ καλό για όσους δεν καταλάβαιναν το κείμενο. Βοήθησε βέβαια και η σκληρή εκπαίδευση των ηθοποιών, που ήταν εμφανής.

«Πολύ σωστά. Σίγουρα το σωματικό παίξιμο βοηθάει κάποιον που δεν καταλαβαίνει τη γλώσσα και δεν γνωρίζει καν το κείμενο. Οι ηθοποιοί είναι άλλωστε πολύ εκπαιδευμένοι και μπορούν να χρησιμοποιούν το σώμα τους με τον καλύτερο τρόπο. Έχουν τελειώσει την Ανώτερη Σχολή Υποκριτικής και ήρθαν σε εμένα πριν από δύο χρόνια. Όλη τη μόρφωση που είχαν από το ινστιτούτο χρειάστηκε σε πολλά σημεία να επέμβω και να την αλλάξω. Φυσικά υπήρχε εμπειρία και η εμπειρία είναι εμπειρία. Αρχίσαμε από την αρχή. Ξεκινάω πάντα από κείμενα του Πλάτωνα, είναι για μένα η βάση της θεατρικής παιδείας. Στον Πλάτωνα μελετάω εκείνα τα στοιχεία που μπορούν να μεταβληθούν σε υποκριτική. Κάναμε αυτοσχεδιασμούς πάνω σε μικρά κείμενα από τον Πλάτωνα και αφού πέρασε λίγος καιρός αρχίσαμε να δουλεύουμε πάνω στον Τσέχοφ. Στον Τσέχοφ ακολουθήσαμε ακριβώς τον αντίθετο δρόμο, όχι δηλαδή τον δρόμο της υποκριτικής που έχει να κάνει με το παίξιμο και το παιχνίδι αλλά της ψυχολογίας. Μετά βέβαια επιστρέψαμε στον Πλάτωνα. Κάναμε πρόβες στο “Συμπόσιο” του Πλάτωνα. Μετά από αυτό πήγαμε στον Πούσκιν και κάναμε ένα μεγάλο πρόγραμμα με βάση τον Πούσκιν. Μετά γυρίσαμε πάλι στον Τσέχοφ, πήραμε τις “Τρεις αδελφές”, και τώρα βρισκόμαστε στη διαδικασία αυτού του πειράματος. Ελπίζω στην πρόβα που είδατε αυτό που υπήρχε ως κυρίαρχη διάθεση στο κείμενο να γινόταν φανερό ότι υπάρχει και στον αυτοσχεδιασμό».

­ Ο αυτοσχεδιασμός δεν ήταν άσχετος, δηλαδή, από το κείμενο; λειτουργούσε σε συνδυασμό; Προφανώς εμπεριείχε στοιχεία από την προσωπική ζωή των ηθοποιών τα οποία περνούσαν στον ρόλο.

«Ακριβώς. Ο αυτοσχεδιασμός περιέχει πάντα στοιχεία από την προσωπική ζωή τα οποία μεταδίδονται στον ρόλο. Ο αυτοσχεδιασμός γίνεται παράλληλα με το κείμενο, επαναλαμβάνονται οι δραματικοί κόμβοι που υπάρχουν στο κείμενο, οι αναφορές, αλλά υπάρχει περισσότερος αυτοσχεδιασμός. Όταν καταστρέφεται η δομή του κειμένου, οι ηθοποιοί αρχίζουν να συνθέτουν και μετά γυρίζουν πάλι στο κείμενο. Πριν από τη σκηνή που έπαιξαν οι ηθοποιοί προηγήθηκαν δύο μονόλογοι – αυτοσχεδιασμοί. Πρώτα ο μονόλογος της Ιρίνα, που βασίζεται σε υλικό της πρώτης πράξης, και κατόπιν ο μονόλογος του Τούζενμπαχ, ο οποίος επίσης βασίζεται σε υλικό της πρώτης πράξης. Αυτοί οι μονόλογοι ήταν αυτοσχεδιασμοί των ηθοποιών. Έπειτα έγινε η σκηνή. Επίσης καμία σκηνή δεν συνδεόταν με την άλλη».

­ Θεωρείτε ότι κάνετε πολιτικό θέατρο;

«Όχι, αυτό ίσχυε πολύ παλιά, τον πρώτο καιρό. Όχι πια».

­ Σήμερα που η πολιτική κατάσταση δεν είναι ξεκαθαρισμένη ούτε στη χώρα σας ούτε σε πολλές άλλες χώρες, το πολιτικό θέατρο δεν σας αφορά;

«Δεν κάνω πολιτικό θέατρο, εκτός αν υπάρχει κάποια σχέση με το κείμενο».

­ Η επόμενη παράστασή σας;

«Θα είναι η “Πολιτεία” του Πλάτωνα το φθινόπωρο στη Μόσχα, την οποία θα παρουσιάσω του χρόνου το καλοκαίρι, ολοκληρωμένη πια, στους Δελφούς».